Ο Ηλεκτρονικός Έλεγχος Ανάρτησης III Plus (EDC III +), είναι ένας ηλεκτρονικός έλεγχος "σκληρότητας" της ανάρτησης. Το σύστημα έχει σαν λειτουργία να προσαρμόζει την δύναμη απόσβεσης των αμορτισέρ στις πραγματικές συνθήκες οδήγησης και οδοστρώματος ώστε να εγγυάται την μέγιστη οδηγική ασφάλεια και συγχρόνως την μέγιστη δυνατή άνεση.
Για τον σκοπό αυτό το σύστημα διαθέτει τους παρακάτω αισθητήρες, με την βοήθεια των οποίων αντιλαμβάνεται τις συνθήκες οδήγησης: Αισθητήρας γωνίας τιμονιού, αισθητήρας ταχύτητας, αισθητήρας επιτάχυνσης αμαξώματος εμπρός, αισθητήρας επιτάχυνσης αμαξώματος πίσω.
Ανάλογα με τα δεδομένα των αισθητήρων αυτών που προκύπτουν από τις συνθήκες οδήγησης, η μονάδα ελέγχου EDC ρυθμίζει τις ενσωματωμένες στα αμορτισέρ βαλβίδες ανάρτησης στις θέσης "μαλακή", "μεσαία" και "σκληρή".
Ο οδηγός έχει την δυνατότητα μέσω του πλήκτρου επιλογής προγραμμάτων EDC να επιλέξει ανάμεσα σε δυο διαφορετικά προγράμματα: Στην θέση "S" του πλήκτρου ενεργοποιείται το πρόγραμμα "Sport" (= σπορ) ενώ στην θέση "K" το πρόγραμμα "Komfort" (= άνεση). Στο σπορ πρόγραμμα τα αμορτισέρ γίνονται σκληρότερα, δηλαδή δεν επιλέγεται καθόλου η ρύθμιση "μαλακή". Στην θέση "K" επιλέγονται και τα τρία επίπεδα "σκληρότητας". Υπάρχει λοιπόν μια "χαρτογράφηση" σπορ και μια άνεσης.
Επειδή το πρόγραμμα του EDC ("Sport" και "Komfort") επιλέγεται μέσω ενός πλήκτρου και όχι ενός διακόπτη, η ένδειξη πιο πρόγραμμα έχει επιλεγεί γίνεται μέσω ενός LED που είναι ενσωματωμένο στο πλήκτρο. Όταν το LED είναι αναμμένο στο σύμβολο "S" τότε το EDC λειτουργεί στο πρόγραμμα "Sport", ενώ όταν το LED είναι σβηστό λειτουργεί στο πρόγραμμα "Komfort". Αυτό βέβαια ισχύει όταν το σύστημα EDC λειτουργεί κανονικά.
Σημαντικό!
Αν το σύστημα EDC-System δεν λειτουργεί σωστά (π.χ. λόγω βλάβες σε έναν αισθητήρα) ή όταν έχει πρόβλημα στην γείωση, με αποτέλεσμα να μην εγγυάται την ασφαλή αναγνώριση του οδοστρώματος που κινείται το αυτοκίνητο, τότε ενεργοποιείται η λειτουργία ασφαλείας (ενσωματωμένη στο πρόγραμμα της μονάδας ελέγχου του EDC) σε όλο το σύστημα EDC. Στην περίπτωση αυτή το LED στο πλήκτρο παραμένει σβηστό ακόμη και όταν είναι ενεργοποιημένο το πρόγραμμα "Sport". Για να μπορεί το αυτοκίνητο να συνεχίσει να κινείται με ασφάλεια σε μια τέτοια περίπτωση βλάβης, οι βαλβίδες των αμορτισέρ δεν τροφοδοτούνται με ρεύμα, λειτουργούν δηλαδή στην θέση "σκληρή ανάρτηση". Το αυτοκίνητο μπορεί βέβαια να έχει "σκληρή" απόσβεση, μπορεί όμως να κινηθεί απροβλημάτιστα μέχρι το επόμενο συνεργείο για έλεγχο.
Το σύστημα EDC-III Plus είναι διαγνώσιμο. Παρεμβολές στις γραμμές τροφοδοσίας και μεταφοράς σημάτων των βαλβίδων στα αμορτισέρ, βλάβες και μη λογικά σήματα από τους αισθητήρες του συστήματος και τις αντίστοιχες καλωδιώσεις καταχωρούνται μνήμη βλαβών της μονάδα ελέγχου.
Υπόδειξη
Μέσω της επιλογής του προγράμματος "Testmodule", είναι δυνατόν να ελεγχθούν και να διορθωθούν οι βλάβες του συστήματος EDC μέσω της μνήμης βλαβών.
Αντίστοιχα με την φιλοσοφία λειτουργίας του E 38, τα προγράμματα του EDC επιλέγονται μέσω ενός πλήκτρου (σε αντίθεση με τα προηγούμενα συστήματα EDC που διέθεταν συρταρωτό διακόπτη).
Το πλήκτρο προγραμμάτων έχει την ένδειξη "K" για το πρόγραμμα "Komfort" και "S" για το πρόγραμμα "Sport".
Όταν επιλέγεται το πρόγραμμα Sport ανάβει το LED με την ένδειξη "S". Όταν επιλέγεται το πρόγραμμα Komfort το LED παραμένει σβηστό.
Ο φωτισμός του πλήκτρου ρυθμίζεται όταν είναι αναμμένα τα φώτα πορείας.
Σημαντικό!
Αν το σύστημα EDC III Plus δέχεται έντονες παρεμβολές, τότε το σύστημα απενεργοποιείται και το LED του πλήκτρο προγραμμάτων παραμένει σβηστό.
Ο αισθητήρας γωνίας τιμονιού έχει ως σκοπό να μετρά την γωνία του τιμονιού κατά την οδήγηση.
Η μονάδα ελέγχου EDC επεξεργάζεται τόσο την πραγματική γωνία τιμονιού, όσο και τις ταχύτητες περιστροφής του τιμονιού δηλαδή την μεταβολή της γωνίας. Έτσι οι τιμές τις γωνίας τιμονιού καθώς και οι ταχύτητες περιστροφής του τιμονιού έχουν επίδραση στην λογική λειτουργίας του συστήματος EDC.
Ο αισθητήρας γωνίας τιμονιού βρίσκεται στην κολόνα του τιμονιού. Ο αισθητήρας αποτελείται από 2 κυκλικούς τομείς που απέχουν μεταξύ τους 90 μοίρες. Η περιοχή μέτρησης του αισθητήρα γωνίας τιμονιού είναι από 180 μοίρες αριστερά έως 180 μοίρες δεξιά, όπου η θέση "ευθεία μπροστά", δηλαδή η μεσαία θέση του τιμονιού, έχει την ένδειξη 0 μοίρες.
Σημαντικό!
Αν αλλαχτεί ο αισθητήρας γωνίας τιμονιού ή αν γίνουν εργασίες στον εμπρός άξονα, τους εμπρός τροχούς/σύστημα διεύθυνσης θα πρέπει κατόπιν να γίνει "ευθυγράμμιση" της γωνίας τιμονιού. Εδώ χρησιμοποιείται το διαγνωστικό πρόγραμμα.
Κάτω από την επιλογή ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΣΥΝΕΡΓΕΙΟΥ επιλέγεται η "ευθυγράμμιση" γωνίας τιμονιού. Αφού οι εμπρός τροχοί ρυθμιστούν σε θέση ευθεία μπροστά, πιέζοντας το πλήκτρο αποδοχής γίνεται αυτόματα "ευθυγράμμιση" από την μονάδα ελέγχου. Τώρα η θέση 0 μοίρες του αισθητήρα γωνίας τιμονιού, ταυτίζεται με την πραγματική θέση ευθεία μπροστά των εμπρός τροχών.
Μικρές αποκλίσεις που μπορεί να υπάρξουν επειδή η θέση ευθεία μπροστά των τροχών ρυθμίζεται οπτικά, εξομαλύνονται από την μονάδα ελέγχου EDC κατά την οδήγηση.
Ο αισθητήρας γωνίας τιμονιού τροφοδοτείται με 5 Volt από την μονάδα ελέγχου EDC. Η μετάδοση δεδομένων στην μονάδα ελέγχου γίνεται μέσω 2 γραμμών δεδομένων.
Ο εμπρός αισθητήρας επιτάχυνσης μετρά την επιτάχυνση στο εμπρός μέρος του αμαξώματος του αυτοκινήτου κάθετα ως προς την διεύθυνση κίνησης.
Η επιτάχυνση προκαλείται από την αντίδραση του αυτοκινήτου με το οδόστρωμα. Εκτός από την απόλυτη επιτάχυνση μετριέται και η συχνότητα της επιτάχυνσης, δηλ. η εναλλαγή στην επιτάχυνση (συσπείρωση/έκταση των ελατηρίων), άρα λοιπόν και η συχνότητα ταλάντωσης του αμαξώματος.
Ο αισθητήρας επιτάχυνσης τροφοδοτείται από την μονάδα ελέγχου με τάση 12 Volt.
Από την έξοδο σημάτων του αισθητήρα μεταδίδεται στην μονάδα ελέγχου μια τάση με τιμή ανάμεσα στα 0 και 5 Volt. Η τιμή των 2,5 Volt αντιστοιχεί σε κατάσταση ηρεμίας (Η επιτάχυνση είναι 0), ενώ οι τιμές 0 Volt και 5 Volt αντιστοιχούν στις μέγιστες τιμές επιτάχυνσης.
Σημαντικό!
Για τον έλεγχο της λειτουργίας του αισθητήρα, μπορεί να επιλεγεί στο διαγνωστικό πρόγραμμα "αισθητήρας επιτάχυνσης εμπρός" στο μενού "Έλεγχος λειτουργίας".
Έλεγχος εκτός του αυτοκινήτου:
Εξαγωγή αισθητήρα, σύνδεση σε τροφοδοσία 12 Volt και αρνητική και έλεγχος μετρώντας την τάση στην έξοδο σημάτων κινώντας συγχρόνως τον αισθητήρα. Αν ο αισθητήρας λειτουργεί κανονικά τότε η μετρούμενη τιμή τάσης θα μεταβάλλεται ανάμεσα στις τιμές 0 και 5 Volt (ανάλογα με την κίνηση, άρα το μέγεθος της επιτάχυνσης).
Θέση του αισθητήρα: Δεξιά βάση ανάρτησης στο πλευρικό τοίχωμα πίσω από το προστατευτικό κάλυμμα.
Ο πίσω αισθητήρας επιτάχυνσης μετρά την επιτάχυνση στο πίσω μέρος του αμαξώματος του αυτοκινήτου κάθετα ως προς την διεύθυνση κίνησης.
Η επιτάχυνση προκαλείται από την αντίδραση του αυτοκινήτου με το οδόστρωμα. Εκτός από την απόλυτη επιτάχυνση μετριέται και η συχνότητα της επιτάχυνσης, δηλ. η εναλλαγή στην επιτάχυνση (συσπείρωση/έκταση των ελατηρίων), άρα λοιπόν και η συχνότητα ταλάντωσης του αμαξώματος.
Ο αισθητήρας επιτάχυνσης τροφοδοτείται από την μονάδα ελέγχου με τάση 12 Volt.
Από την έξοδο σημάτων του αισθητήρα μεταδίδεται στην μονάδα ελέγχου μια τάση με τιμή ανάμεσα στα 0 και 5 Volt. Η τιμή των 2,5 Volt αντιστοιχεί σε κατάσταση ηρεμίας (Η επιτάχυνση είναι 0), ενώ οι τιμές 0 Volt και 5 Volt αντιστοιχούν στις μέγιστες τιμές επιτάχυνσης.
Σημαντικό!
Για τον έλεγχο της λειτουργίας του αισθητήρα, μπορεί να επιλεγεί στο διαγνωστικό πρόγραμμα "αισθητήρας επιτάχυνσης εμπρός" στο μενού "Έλεγχος λειτουργίας".
Έλεγχος εκτός του αυτοκινήτου:
Εξαγωγή αισθητήρα, σύνδεση σε τροφοδοσία 12 Volt και αρνητική και έλεγχος μετρώντας την τάση στην έξοδο σημάτων κινώντας συγχρόνως τον αισθητήρα. Αν ο αισθητήρας λειτουργεί κανονικά τότε η μετρούμενη τιμή τάσης θα μεταβάλλεται ανάμεσα στις τιμές 0 και 5 Volt (ανάλογα με την κίνηση, άρα το μέγεθος της επιτάχυνσης).
Θέση του αισθητήρα: Βάση ανάρτησης πίσω δεξιά, προσβάσιμος από τον χώρο αποσκευών μετά την αφαίρεση την επένδυσης.
Το σύστημα EDC III χρησιμοποιούνται νέας εξέλιξης αποσβεστήρες (αμορτισέρ) με ενσωματωμένες βαλβίδες. Η επαφή γίνεται μέσω του άξονα του εμβόλου.
Οι δυο βαλβίδες των αμορτισέρ ενεργοποιούνται σε συνδυασμό κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχουν τρία επίπεδα απόσβεσης: Επίπεδο "Σκληρή ανάρτηση", επίπεδο "Μέτρια ανάρτηση" και επίπεδο "Μαλακή ανάρτηση".
Σε αντίθεση με τα παλαιότερα συστήματα EDC τα καινούργια αμορτισέρ εκτός από την πιο συμπαγή κατασκευή τους έχουν μειώσει και το βάρος.
Η μονάδα ελέγχου EDC λαμβάνει τα σήματα ταχύτητας από τον εμπρός αριστερό αισθητήρα στροφών (αισθητήρας ABS) του συστήματος ABS.
Η μονάδα ελέγχου ABS λαμβάνει το σήμα από αυτόν τον αισθητήρα στροφών και κατόπιν μεταδίδει το σήμα αυτό στην μονάδα ελέγχου EDC. Το σήμα ταχύτητας που λαμβάνει η μονάδα ελέγχου EDC είναι ένας τετραγωνικός παλμός (0 έως 12 VOLT).
Ανάλογα με το μέγεθος της ταχύτητας του αυτοκινήτου και της γωνίας του τιμονιού υπολογίζεται η αντίστοιχη ταχύτητα στροφής/εγκάρσια επιτάχυνσης.
Ο υπολογισμός την μεταβολής στην ταχύτητα του αυτοκινήτου επιτρέπει την κατάργηση του αισθητήρα διαμήκους επιτάχυνσης.