Οι ανεξάρτητες για κάθε κύλινδρο τιμές ήρεμης λειτουργίας χρησιμοποιούνται από τα Ψηφιακά Ηλεκτρονικά Κινητήρα (DME) για την αναγνώριση διακοπών στην ανάφλεξη.
Η αναγνώριση της ήρεμης λειτουργίας είναι δυνατή μόνο στο ρελαντί. Η στάθμη θερμοκρασίας και το φορτίο του κινητήρα επηρεάζουν την τιμή. Για τον λόγο αυτό οι οριακές τιμές ισχύουν μόνο για καθορισμένες συνθήκες:
Για την ανίχνευση της τιμής ήρεμης λειτουργίας χρησιμοποιείται ο αισθητήρας στροφαλοφόρου. Με τον αισθητήρα αυτόν μετριέται συνεχώς η επιτάχυνση του στροφαλοφόρου. Η αξιολόγηση του σήματος αυτού γίνεται στην DME και αποτελεί ανατροφοδότηση για την ποιότητα καύσης σε κάθε κύλινδρο ξεχωριστά. Έτσι μπορούν πολύ καλά να αναγνωριστούν μεμονωμένοι κύλινδροι με κακή καύση.
Για θεωρητικά ίδια καύση οι τιμές σε όλους τους κυλίνδρους είναι μηδέν.
Διάφορες αιτίες μπορούν να προκαλέσουν κακή τιμή ήρεμης λειτουργίας:
Εξαιτίας του μεγάλου εύρους σε πιθανά αίτια δεν μπορούν να δοθούν συγκεκριμένες οδηγίες.
Για την αναγνώριση των διακοπών το γρανάζι αναφοράς του αισθητήρα στροφαλοφόρου ”διαιρείται” εσωτερικά στην μονάδα ελέγχου ανάλογα με τα διαστήματα ανάφλεξης σε:
Στην DME μετριέται και αξιολογείται η διάρκεια της περιόδου κάθε μεμονωμένου τομέα του γραναζιού αναφοράς. Για κάθε σημείο της χαρτογράφησης αντιστοιχούν στην DME οι μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές για μη ήρεμη λειτουργία με την μορφή λειτουργίας αριθμού στροφών, φορτίου και θερμοκρασίας κινητήρα.
Αν γίνει υπέρβαση των οριακών τιμών κατά ένα συγκεκριμένο αριθμό από διακοπές στην ανάφλεξη, τότε οι κύλινδροι που παρουσιάζουν το πρόβλημα καταχωρούνται στην μνήμη βλαβών. Ανάλογα με την σοβαρότητα των αναγνωρισμένων διακοπών στην ανάφλεξη ακολουθεί διακοπή του ψεκασμού για τους προβληματικούς κυλίνδρους.
Κατά την αναγνώριση διακοπών στην ανάφλεξη ανάβει σε κάθε περίπτωση η λυχνία OBD (MIL) στο ταμπλό οργάνων.