Το DSC5.7 είναι ένα σύστημα ελέγχου ευστάθειας και ολίσθησης το οποίο τοποθετείται στον βασικό εξοπλισμό του E65. Αποτελεί μία περαιτέρω εξέλιξη του σημερινού DSC5.7.
Η δίδυμη αντλία φρένων είναι κατασκευής Εμβόλου/Διαφράγματος και διαθέτει ένα δοχείο διαστολής υγρών φρένων.
Η μονή αντλία αρχικής πλήρωσης εξασφαλίζει ότι σε κάθε κατάσταση λειτουργίας υπάρχει άμεσα διαθέσιμη πίεση, ιδιαίτερα σε υψηλό ιξώδες των υγρών φρένων σε χαμηλές θερμοκρασίες.
Η μονή αντλία αρχικής πλήρωσης διαθέτει μία ξεχωριστή σύνδεση με το δοχείο διαστολής υγρών φρένων, μέσω της οποίας αναρροφά, και μία ξεχωριστή σύνδεση στην δίδυμη αντλία φρένων μέσω της οποίας παρέχει τα υγρά.
Η υδραυλική μονάδα αποτελείται από τα παρακάτω εξαρτήματα:
Το μοτέρ αντλίας λειτουργεί το στοιχείο άντλησης (ένα στοιχείο ανά κύκλωμα φρένων) στην αντλίας επιστροφής αυτοαναρρόφησης. Η αντλία επιστροφής προωθεί το υγρό φρένων που εξέρχεται από τα κυλινδράκια των τροχών μέσω του ενσωματωμένου εξομαλυντή ροής, των θαλάμων εξομάλυνσης και συσσώρευσης πίσω στην δίδυμη αντλία φρένων. Όταν είναι ενεργοποιημένη μία ρύθμιση από το σύστημα DSC, η αντλία επιστροφή παρέχει την απαραίτητη πίεση φρένων.
Οι θάλαμοι εξομάλυνσης (ένας ανά κύκλωμα φρένων) μειώνουν την παλμική συμπεριφορά της πίεσης λόγω της αντλίας προς την διεύθυνση των φρένων.
Οι θάλαμοι συσσώρευσης (ένας ανά κύκλωμα φρένων) χρησιμοποιούνται για την πρώτη υποδοχή των υγρών φρένων κατά την εκτόνωση της πίεσης σε μία ρύθμιση ABS/ASC/DSC.
Οι ενσωματωμένοι εξομαλυντές ροής (ένας ανά κύκλωμα φρένων) μειώνουν την παλμική συμπεριφορά της πίεσης λόγω της αντλίας προς την διεύθυνση της δίδυμης αντλίας φρένων. Έτσι μειώνεται η δημιουργία θορύβων και το τράνταγμα στο πεντάλ φρένων.
Η βαλβίδα εισόδου και εξόδου (ένα ζεύγος ανά φρένου τροχού) χρησιμοποιούνται κατά την ρύθμιση για την μετατροπή της πίεσης.
Η σε κατάσταση ηρεμίας (χωρίς ρεύμα) κλειστή βαλβίδα επιλογής υψηλής πίεσης και η σε κατάσταση ηρεμίας (χωρίς ρεύμα) ανοικτή βαλβίδα αλλαγής ρυθμίζουν την αύξηση της πίεσης σε ενεργή επέμβαση φρένων μέσω του DSC.
Ο αισθητήρας πίεσης μετρά την πίεση φρένων στο κύκλωμα του εμπρός άξονας. Έχει ένα εύρος μέτρησης από 0...250 bar. Το μηδενικό του σημείο ρυθμίζεται συνεχώς με μη ενεργοποιημένο διακόπτη φώτων φρένων και ανοικτή ανάφλεξη.
Η ενσωματωμένη μονάδα ελέγχου είναι το κέντρο ενεργοποίησης για την ρύθμιση ABS/ASC/DSC. Για την εξασφάλιση των λειτουργιών το σύστημα βρίσκεται υπό διαρκή αυτοέλεγχο. Σε περίπτωση βλάβης, αυτή καταχωρείται στην μνήμη βλαβών, και αν είναι απαραίτητο ενημερώνεται ο οδηγός.
Με τους αισθητήρες στροφών τροχού ανιχνεύεται η ταχύτητα κάθε μεμονωμένου τροχού. Στο E65 διαθέτουν επιπρόσθετα και αναγνώριση φοράς.
Ο αισθητήρας γωνιακής ταχύτητας μετρά την ταχύτητα στροφορμής γύρω από τον κατακόρυφο άξονα του αυτοκινήτου και ο αισθητήρας εγκάρσιας επιτάχυνσης την εγκάρσια επιτάχυνση. Οι τιμές αυτές χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό αν το αυτοκίνητο ακολουθεί την γωνία του τιμονιού ή αν πλαγιολισθαίνει. Και οι δύο αισθητήρες αποτελούν ένα ενιαίο εξάρτημα.
Μέσω του αισθητήρα γωνίας τιμονιού και την ταχύτητα του αυτοκινήτου υπολογίζεται η ονομαστική καμπύλη οδήγησης. Ο αισθητήρας γωνίας τιμονιού είναι ενσωματωμένος στο Κέντρο Διακοπτών Κολώνας τιμονιού.
Ο διακόπτης προειδοποίησης υγρών φρένων επιτηρεί την στάθμη των υγρών φρένων στο δοχείο διαστολής υγρών φρένων της δίδυμης αντλίας φρένων. Αν ο διακόπτης προειδοποίησης υγρών φρένων εντοπίσει χαμηλή στάθμη, τότε απενεργοποιείται η λειτουργία ASC/DSC ώστε να αποφευχθεί η είσοδος αέρα στο σύστημα.
Ο διακόπτης φώτων φρένων ενημερώνει το σύστημα DSC για την ενεργοποίηση του πεντάλ φρένων από τον οδηγό. Μέσω αυτού ενεργοποιούνται ή διακόπτονται διαδικασίες ρύθμισης ή ελέγχου λογικότητας, και διακόπτονται επεμβάσεις των φρένων σε μία ρύθμιση ASC.
Το DSC υπολογίζει μέσω μετρητικών μεγεθών την πραγματική κίνηση του αυτοκινήτου και την συγκρίνει με μία καθορισμένη ονομαστική τιμή. Έτσι προσδιορίζει αν το αυτοκίνητο ανταποκρίνεται στην επιθυμία του οδηγού. Αν αναγνωριστεί μία ασταθής οδηγική κατάσταση, το DSC επεμβαίνει στην ισχύ του κινητήρα και / ή ενεργοποιεί τα φρένα σε μεμονωμένους τροχούς. Οι επεμβάσεις του DSC έχουν προτεραιτότητα έναντι του ABS και ASC.
Το ABS πρέπει να διατηρεί την κατευθυντικότητα του αυτοκινήτου κατά το φρενάρισμα.
Σε απώλεια ενός αισθητήρα DSC ή σε βλάβες CAN παραμένει μόνο η λειτουργία του ABS.
Το ASC ρυθμίζει τον τροχό που τείνει να σπινάρει, ώστε να διατηρηθεί η οδηγική ευστάθεια. Αυτό επιτυγχάνεται μειώνοντας την απόδοση του κινητήρα και φρενάροντας τον τροχό που τείνει να σπινάρει.
Η Λειτουργίας Πρόσφυσης (DTC) του ASC χρησιμοποιείται για την βελτίωση κατά το ξεκίνημα στην ευθεία σε οδοστρώματα με χαμηλή τιμή τριβής. Αυτό επιτυγχάνεται μεταβάλλοντας τα όρια απόκρισης του ASC μέχρι την ταχύτητα των 70 km/h.
Σε έντονες διαδικασίες μεταβολής φορτίου εμφανίζονται δυνάμεις πέδησης στους κινητήριους τροχούς, που μπορεί να προκαλέσουν την ολίσθηση του πίσω μέρους. Η λειτουργία MSR επεμβαίνει αυξάνοντας ελαφρά την ροπή έλξης. Η λειτουργία MSR ενεργοποιείται μέχρι μία ταχύτητα 15 km/h. Αν το DSC απενεργοποιηθεί χειροκίνητα ή εξαιτίας βλάβης τότε η λειτουργία MSR δεν είναι πλέον διαθέσιμη.
Σε ένα γρήγορο πάτημα του πεντάλ των φρένων αναγνωρίζεται ότι ο οδηγός προβαίνει σε φρενάρισμα πανικού. Γίνεται ενεργή αύξηση της πίεσης μέχρι και οι τέσσερις τροχοί να φτάσουν σε ρύθμιση ABS. Αν ο οδηγός μειώσει την πίεση φρεναρίσματος, τότε η υδραυλική ενίσχυση υποχωρεί προοδευτικά.
Το CBC αυξάνει την οδηγική ευστάθεια σε ελαφρύ φρενάρισμα σε στροφές με μέση ή υψηλή εγκάρσια επιτάχυνση. Επιπλέον μειώνεται η πίεση στον τροχό του πίσω άξονα που βρίσκεται στο εσωτερικό της στροφής. CBC επεμβαίνει πριν ενεργοποιηθεί το ABS ή το DSC. Σε περίπτωση απώλειας του DSC το CBC παραμένει ενεργό. Μόνο σε απώλεια του ABS απενεργοποιείται το CBC.
Το EBV εμποδίζει κατά το φρενάρισμα να ρυθμιστεί ο πίσω άξονας από το ABS πριν από τον εμπρός άξονα. Αυτό εγγυάται μια μεγαλύτερη οδηγική ευστάθεια. Σε περίπτωση απώλειας του ABS η λειτουργία ανάγκης EBV εμποδίζει ένα υπερβολικό φρενάρισμα του πίσω άξονα, ακόμη και με απώλεια μέχρι δύο αισθητήρων στροφών τροχού ή του αισθητήρα πίεσης.
Με τον κινητήρα σε λειτουργία οι διαδικασίες φρεναρίσματος και ακινητοποίησης του χειρόφρενου ελέγχονται υδραυλικά από το DSC. Σε περίπτωση απώλειας του ASC/DSC δεν διατίθεται μόνο η λειτουργία ”Αυτόματη Κράτηση”. Οι υπόλοιπες υδραυλικές λειτουργίες παραμένουν μέχρι την απώλεια του ABS. Για λεπτομερείς περιγραφές βλέπε περιγραφή λειτουργίας του χειρόφρενου.
Σε ρύθμιση μέσω του ΑCC οι απαιτήσεις επιβράδυνσης εκτελούνται μέσω του DSC. Στην περίπτωση αυτή το DSC ανάβει συγχρόνως και τα φώτα των φρένων.
Οι θερμοκρασίες των φρένων υπολογίζονται από την μονάδα ελέγχου DSC ξεχωριστά για κάθε δισκόφρενο. Ως μεγέθη εισόδου χρησιμοποιούνται η ταχύτητα του τροχού, η πίσω φρένων σε κάθε τροχό ξεχωριστά, ο χρόνος και η θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Για την προστασία των φρένων από υπερθέρμανση, από μία θερμοκρασία περίπου 600°C:
Όταν η θερμοκρασία πέσει κάτω από περίπου 500°C η μειωμένη ροπή κινητήρα αρχίζει να ελέγχεται σε συνάρτηση με τον χρόνο και να ανεβαίνει μέχρι την μέγιστη ροπή, ενώ επιτρέπονται πάλι οι επεμβάσεις ρύθμισης.
Όταν ξεπεραστεί η θερμοκρασία των περίπου 600°C, τότε ακολουθεί η καταχώριση στην μνήμη βλαβών. Αυτό αποτελεί πληροφορία για το συνεργείο ότι δεν πρόκειται για κάποια βλάβη αλλά για την ενεργοποίηση ενός μηχανισμού προστασίας.