Το χειρόφρενο είναι ένα σύστημα φρένου ακινητοποίησης. Η δύναμη ακινητοποίησης προκύπτει από μία ηλεκτρομηχανική ή υδραυλική εξωτερική δύναμη. Ο οδηγός έχει την δυνατότητα να ενεργοποιήσει από το Κεντρικό Χειριστήριο (στην μεσαία κονσόλα) μία ρύθμιση αυτόματης συγκράτησης. Το χειρόφρενο θα τοποθετείται στον βασικό εξοπλισμό της Σειράς 7 από παραγωγής 2001.
Η μονάδα ελέγχου χειρόφρενου συνδέεται με την μονάδα ελέγχου του DSC και τα περιφερειακά (Ταμπλό οργάνων, DME, EGS) μέσω του PT-CAN. Μέση της μονάδας ελέγχου Car Access η μονάδα ελέγχου χειροφρένου λαμβάνει το σήμα ακροδέκτη Kl. 15. Μία ενεργοποίηση του ακροδέκτη Kl.15 έχει ως αποτέλεσμα την μετάβαση από κατάσταση ηρεμία σε ετοιμότητα λειτουργίας. Η μονάδα ελέγχου χειροφρένου είναι κωδικοποιήσιμη και προγραμματιζόμενη.
Η μονάδα ελέγχου χειροφρένου βρίσκεται ως συμπληρωματική μονάδα ελέγχου του ηλεκτρομηχανικού μηχανισμού στο δάπεδο του χώρου αποσκευών ανάμεσα στην υποδοχή του εφεδρικού τροχού και το πίσω κάθισμα.
Μέσω του ρυθμιζόμενου μοτέρ ενεργοποίησης δημιουργείται η δύναμη πέδησης.
Η μετάδοση μεταφέρει την δύναμη ακινητοποίησης από το μοτέρ ενεργοποίησης μέσω του ζυγού στις ντίζες. Η συνολική δύναμη ακινητοποίησης ασκείται καθαρά μηχανικά μέσω ενός ελατηρίου στο περίβλημα.
Ο ζυγός φροντίζει για την αριστερή - δεξιά εξισορρόπηση των ντιζών. Αντίστοιχα με την φορά στροφής της ατράκτου, οι ντίζες μέσω του ζυγού τεντώνουν ή χαλαρώνουν.
Η μετάδοση τον ηλεκτρομηχανικό μηχανισμό γίνεται μέσω ντιζών. Η δύναμη αντιδράσεις των ντιζών επιδρά όπως και μέχρι σήμερα απευθείας στο περίβλημα του χειρόφρενου.
Το πλήκτρο χειρισμού βρίσκεται στο Ε65 στο ταμπλό οργάνων αριστερά δίπλα στο τιμόνι. Μέσω αυτού του πλήκτρου ακινητοποιείται ή απελευθερώνεται το αυτοκίνητο και είναι δυνατό ένα δυναμικό φρενάρισμα ανάγκης.
Η ενδεικτική λυχνία δείχνει την στιγμιαία κατάσταση το συστήματος του χειρόφρενου. Επιπλέον εμφανίζονται περαιτέρω βοηθητικά κείμενα στην οθόνη του ταμπλό οργάνων.
Η λειτουργία του χειρόφρενου πραγματοποιείται από την δύναμη ακινητοποίησης που παράγεται από το υδραυλικό σύστημα του DSC ή μέσω του ηλεκτρομηχανικού μηχανισμού.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις μερικών ειδικών λειτουργιών, όταν λειτουργεί ο κινητήρας, όλες οι στατικές και δυναμικές διαδικασίες ακινητοποίησης γίνονται με την βοήθεια του υδραυλικού συστήματος του DSC. Όπου το υδραυλικό σύστημα DSC επεμβαίνει στην λειτουργία των φρένων και των 4 τροχών.
Με το σβήσιμο του κινητήρα η ακινητοποίηση του αυτοκινήτου πραγματοποιείται μέσω του ηλεκτρομηχανικού μηχανισμού. Ο ηλεκτρομηχανικός μηχανισμός δρα μέσω συμβατικών ντιζών φρένων στο διπλό σερβοχειρόφρενο του πίσω άξονα.
Το χειρόφρενο επιτρέπει ώστε το αυτοκίνητο με τον κινητήρα σε σβηστό να διατηρείται ακίνητο σε ανηφόρες και κατηφόρες. Η λειτουργία αυτή πραγματοποιείται με τον ηλεκτρομηχανικό μηχανισμό. Η δύναμη φρεναρίσματος από τον μηχανισμό μεταφέρεται ισόποσα μέσω των ντιζών στο διπλό σερβοχειρόφρενο του πίσω άξονα.
Συγκράτηση χαρακτηρίζεται η ακινητοποίηση του αυτοκινήτου με τον κινητήρα σε λειτουργία. Εμποδίζεται η ανεπιθύμητη κύλιση του αυτοκινήτου από το σημείο που βρίσκεται ακίνητο. Η δύναμη συγκράτησης παράγεται με την βοήθεια του υδραυλικού συστήματος DSC και δρα και στα τέσσερα φρένα. Με τον κινητήρα σε λειτουργία, όλες οι στατικές και δυναμικές διαδικασίες φρεναρίσματος του χειρόφρενου γίνονται με την βοήθεια του υδραυλικού συστήματος.
Κατά την εκκίνηση και το σταμάτημα γίνονται αυτόματες μεταβάσεις λειτουργίας μεταξύ του ηλεκτρομηχανικού μηχανισμού και του υδραυλικού συστήματος DSC.
Οι αυτόματες λειτουργίες συγκράτησης είναι στην διάθεση του οδηγού μέσω ενεργοποίησης της Λειτουργίας Αυτόματης Συγκράτησης από το Κεντρικό Χειριστήριο. Η συγκράτηση γίνεται αυτόματα μόλις αναγνωριστεί το σήμα ακινητοποίησης (v = 0 km/h). Σε κυκλοφορία "σταμάτα - ξεκίνα" δεν απαιτείται πλέον το φρενάρισμα με χρήση του ποδιού για την συγκράτηση της ροπής κύλισης του αυτόματου κιβωτίου ταχυτήτων. Επίσης μειώνεται έντονα το τρίξιμο των φρένων κατά την μετάβαση από μεγάλη σε χαμηλή τριβή. Με τον αυτοματισμό της διαδικασίας απελευθέρωσης του χειρόφρενου είναι δυνατό το άνετο ξεκίνημα σε ανηφόρες χωρίς να κυλά προς τα πίσω το αυτοκίνητο.
Για τον σκοπό αυτό το αυτοκίνητο αρχικά φρενάρει μέχρι να ακινητοποιηθεί με το πεντάλ των φρένων. Η απαιτούμενη δύναμη φρεναρίσματος για την ακινητοποίηση καταχωρείται στο υδραυλικό σύστημα. Σε περίπτωση μεταβολής της κατάστασης του αυτοκινήτου π.χ. μεταβολή στην κατάσταση φόρτωσης ή της κλίσης του οδοστρώματος απαιτείται ενεργός πίεσης από την υδραυλική αντλία του DSC. Αυτή η απαίτηση ακολουθεί αργότερα κατά την αναγνώριση μιας μετακίνησης του αυτοκινήτου μέσω των αισθητήρων τροχού.
Το λύσιμο του χειρόφρενου με επιλεγμένη ταχύτητα στο κιβώτιο γίνεται αυτόματα πιέζοντας το πεντάλ γκαζιού.
Αν το αυτοκίνητο είναι σε κίνηση (v > 0 km/h) ακολουθεί μετά από χειρισμό του πλήκτρου μία προκαθορισμένη αίτηση καθυστέρησης στην σύνδεση χειρόφρενου στο σύστημα DSC. Με την βοήθεια της αντλίας DSC ασκείται υδραυλική πίεση φρένων και στα τέσσερα φρένα. Κατά το φρενάρισμα είναι ενεργοποιημένα όλα τα βασικά συστήματα ρύθμισης ολίσθησης.
Για λόγος οδικής ασφάλειας στην περίπτωση ενός φρεναρίσματος ανάγκης προειδοποιούνται οι επερχόμενοι οδηγοί ανάβοντας τα φώτα των φρένων.
Η βασική ρύθμιση του Διπλού Σερβόφρενου (τζόγος) γίνεται όπως μέχρι σήμερα (βλέπε οδηγίες επισκευής).
Μετά από μία αλλαγή σιαγόνων στο Διπλό Σερβόφρενο πρέπει να εκτελεστεί ένα αρχικό φρενάρισμα. Το πρόγραμμα αρχικού φρεναρίσματος (Φρενάρισμα συνεργείου) βρίσκεται στις λειτουργίες σέρβις στο DIS-Tester. Η ετοιμότητα του προγράμματος επισημαίνεται από το αναβόσβημα της κόκκινης λυχνίας χειρόφρενου. Το αρχικό φρενάρισμα μπορεί να γίνει είτε στο φρενόμετρο είτε στον δρόμο.
Το σύστημα επανέρχεται πάλι σε κανονική λειτουργία, όταν
- έχει εκτελεστεί το πρόγραμμα
- το πρόγραμμα δεν εκτελέστηκε μέσα σε 30 λεπτά
- προκύπτει το σήμα ανάφλεξη κλειστή
- κατά το αρχικό φρενάρισμα ενεργοποιηθεί μια ρύθμιση από τα συστήματα ελέγχου ανάρτησης
Για την αύξηση της διαθεσιμότητας της βέλτιστης απόδοσης του Διπλού Σερβόφρενου, εκτελείται κατά την οδήγηση σε καθορισμένα διαστήματα ένα αρχικό φρενάρισμα του Διπλού Σερβόφρενου. Το αρχικό φρενάρισμα απομακρύνει τυχόν διαβρώσεις στις σιαγώνες του Διπλού Σερβόφρενου ή τα ταμπούρα. Η διαδικασία αρχικού φρεναρίσματος ενεργοποιείται αυτόματα σε σταματημένο αυτοκίνητο (π.χ. σταμάτημα σε φανάρι). Κατά το ξεκίνημα φρενάρονται οι σιαγώνες του Διπλού Σερβόφρενου με ελαφρύ τρίψιμο πάνω στα ταμπούρα. Μόλις ξεπεραστούν καθορισμένα όρια ταχύτητας και χρόνου λύνεται το χειρόφρενο.
Για λόγους ασφαλείας η διαδικασία αρχικού φρεναρίσματος διακόπτεται αμέσως κατά την ενεργοποίησης μιας ρύθμισης (ΑBS, DSC, ...). Ένας εκ νέου χειρισμός του πλήκτρου ή κλείσιμο της ανάφλεξης οδηγεί επίσης σε διακοπή της διαδικασίας αρχικού φρεναρίσματος.
Εμφανίσεις φθοράς και επικαθίσεων προκαλούν μία αύξηση της απαιτούμενης διαδρομής. Με την βοήθεια των αισθητήρων Χωλλ του μοτέρ ρύθμισης μετριέται η διαδρομή. Ως σημείο αναφοράς για τον καθορισμό της απόλυτης θέσης χρησιμοποιείται το όριο λυσίματος στον μηχανισμό. Κατά την υπέρβαση μιας προκαθορισμένης οριακής τιμής ο οδηγός ενημερώνεται και καταχωρείται μια βλάβη στην μνήμη βλαβών.
Ο έλεγχος λειτουργίας του χειρόφρενου μπορεί να εκτελεστεί σε κοινά φρενόμετρα.
Περισσότερα θα βρείτε στις οδηγίες επισκευής του χειρόφρενου.
Σε περίπτωση βλάβης ή σε απώλεια τροφοδοσίας ενέργειας προβλέπεται ένα χειροκίνητο μηχανικό λύσιμο ανάγκης. Μέσω μιας απευθείας επέμβασης στον μηχανισμό μετάδοσης του μηχανισμού ρύθμισης, ο οδηγός έχει την δυνατότητα ενός χειροκίνητου λυσίματος του χειρόφρενου.
Ο τυχαίος χειρισμός του πλήκτρου του χειρόφρενου πριν σταθεροποιηθούν οι ντίζες στις βάσεις των τροχών μπορεί να προκαλέσει δυσκολίες στην συναρμολόγηση. Για την αποφυγή ενεργοποίησης του μηχανισμού μέσω του πλήκτρου, στο πρόγραμμα του χειρόφρενου είναι ενσωματωμένη μία Λειτουργία συναρμολόγησης. Η λειτουργία αυτή ενεργοποιείται κατά την παράδοση των ανταλλακτικών.
Πριν την αρχική λειτουργία του χειρόφρενου στο αυτοκίνητο πρέπει να απενεργοποιηθεί η Λειτουργία Συναρμολόγησης μέσω της σύνδεσης διάγνωσης. Ο έλεγχος μέσω του πλήκτρου είναι και πάλι απελευθερωμένος.